Η ζωή σου μοιρασμένη στα δύο.
Πώς να αντισταθείς;
Μάζωξη οικογενειακή
το χέρι τεντωμένο σε απειλή
πώς να χωρέσει ο πόνος σου
στο τραπέζι του σαλονιού;
δεν είναι ίδιος ο χωρισμός. Κι εσύ
σωπαίνεις.
Δεν έγινες άντρας!
Κι ύστερα, ένας αλήτης στο πουθενά,
κλείνεις αθόρυβα πίσω σου την πόρτα
κι αφήνεσαι
σε περιπλάνηση νύχτας.
“Πουλήσαμε ακριβά το τομάρι μας” θα πεις
κι εγώ “σκούπισε στα μαλλιά μου το δάκρυ σου,
θα κάνω πάλι πως δεν βλέπω”.
Το άδειο βαγόνι γεμίζει τώρα η ειρωνεία σου.
Τελευταίος χαιρετισμός πίσω από το τζάμι.
Ο συρμός αλαργεύει...
σε βλέπω να χάνεσαι.
Κοντοστέκομαι.
Νικολέτα Ανδριανή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου